- Λένιν
- (Lenin, Σιμπίρσκ 1870 – Γκόρκι, Μόσχα 1924). Ψευδώνυμο του Ρώσου επαναστάτη, θεωρητικού του κομουνισμού, ιδρυτή του μπολσεβικισμού και της Σοβιετικής Ένωσης Βλαντιμίρ Ίλιτς Ουλιάνοφ (Vladimir Ilich Ulianov).
Τα νεανικά και φοιτητικά χρόνια του Λ. συμπίπτουν με μία από τις πιο ταραγμένες περιόδους της κοινωνικής και πολιτικής ιστορίας της Ρωσίας. Η τσαρική κυβέρνηση, έπειτα από τη δολοφονία του τσάρου Αλεξάνδρου Β’ από τα μέλη της οργάνωσης Λαϊκή θέληση το 1881, έσπευσε να καταργήσει τις περιορισμένες μεταρρυθμίσεις που είχε παραχωρήσει την προηγούμενη δεκαετία. Το 1887 ο αδελφός του, Αλεξάντερ, καταδικάστηκε σε θάνατο με την κατηγορία ότι είχε πάρει μέρος στην προετοιμασία δολοφονικής επίθεσης εναντίον του τσάρου Αλεξάνδρου Γ’. Αργότερα, ο ίδιος αναγκάστηκε να διακόψει τις νομικές σπουδές του γιατί διώχθηκε από το πανεπιστήμιο του Καζάν, εξαιτίας της συμμετοχής του σε φοιτητική κίνηση με επαναστατικές τάσεις. Εκείνη την περίοδο άρχισε τη μελέτη του θεωρητικού μαρξισμού και, ειδικότερα, του Κεφαλαίου του Μαρξ. Το 1893 εγκαταστάθηκε στην Αγία Πετρούπολη και ήρθε σε επαφή με τις μαρξιστικές ομάδες, οι οποίες πλαισίωναν την κίνηση για τη Χειραφέτηση της εργασίας, που είχε ιδρύσει ο Πλεχάνοφ και οι οποίες αργότερα ενσωματώθηκαν στο Εργατικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Ρωσίας, που ιδρύθηκε στο συνέδριο του Μινσκ το 1898.
Μετά την καταδίκη του, το 1897, σε τριετή εκτόπιση στη Σιβηρία, ο Λ. συμπλήρωσε το πρώτο μεγάλο έργο του, Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Ρωσία (1899), όπου κορύφωσε την πολεμική του εναντίον της κίνησης των ναρόντνικων (= φίλοι του λαού), την οποία είχε ήδη αναπτύξει στα βιβλία του Τι είναι οι Φίλοι του λαού και πώς αγωνίζονται εναντίον των σοσιαλδημοκρατών; (1894) και Τα χαρακτηριστικά του οικονομικού ρομαντισμού (1897). Θέμα της πολεμικής του ήταν οι προοπτικές για την εξέλιξη που θα ακολουθούσε η ρωσική κοινωνία: οι ναρόντνικοι (βλ. λ.) υποστήριζαν πως, αντίθετα από τη δυτική Ευρώπη, η Ρωσία θα μετέβαινε κατευθείαν από τον φεουδαρχισμό στον σοσιαλισμό, χωρίς να βιώσει τη φάση της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Στήριγμα του ρωσικού σοσιαλισμού θα ήταν η όμπστσινα, κατάλοιπο του αρχέγονου αγροτικού κομουνισμού. Η απάντηση του Λ. αποδείκνυε, με λεπτομερειακή οικονομική και στατιστική ανάλυση, ότι η ρωσική γεωργία είχε ήδη προχωρήσει στη φάση της καπιταλιστικής ανάπτυξής της. Η θέση των ναρόντνικων για μια αγροτική επανάσταση, χωρίς την ηγεσία της σύγχρονης εργατικής τάξης, έπρεπε συνεπώς να θεωρηθεί ουτοπία, κατά τον Λ.
Στην Ελβετία, όπου κατέφυγε το 1901, ο Λ. ίδρυσε –μαζί με τους Ποτρέσοφ, Πλεχάνοφ, Άξελροντ και τη Ζασούλιτς– ένα επαναστατικό περιοδικό με τον τίτλο Ίσκρα (= Σπίθα), για την οργάνωση και την καθοδήγηση από το εξωτερικό της προπαγάνδας και των αγώνων των Ρώσων εργατών. Στο δεύτερο συνέδριο του ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, που πραγματοποιήθηκε στο Λονδίνο το 1903, εκδηλώθηκε η διάσπαση της ομάδας της Ίσκρα και ολόκληρου του κόμματος σε δύο παρατάξεις: της πλειοψηφίας (ρωσ. μπολσεβίκοι), με αρχηγό τον Λ., και της μειοψηφίας (ρωσ. μενσεβίκοι), με αρχηγούς τον Πλεχάνοφ, τον Άξελροντ κ.ά. Άμεση αιτία της διάσπασης ήταν οι διαφωνίες ως προς τον χαρακτήρα και την οργάνωση του κόμματος, το οποίο ο Λ. έβλεπε ως αυστηρά συγκεντρωτικό οργανισμό, στον οποίο θα γίνονταν δεκτοί μόνο οι εξ επαγγέλματος επαναστάτες. Το εσωτερικό σχίσμα απέκτησε βαθύτερες διαστάσεις εξαιτίας της Ρωσικής επανάστασης του 1905. Πραγματικά, ενώ οι μενσεβίκοι είχαν την πρόθεση να αφήσουν την ηγεσία της επανάστασης στις δυνάμεις της φιλελεύθερης ρωσικής αστικής τάξης, ο Λ., αν και αναγνώριζε τον αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα της επανάστασης, υποστήριζε ότι την ηγεσία έπρεπε να αναλάβουν η εργατική τάξη και οι χωρικοί, πιστεύοντας ότι η ρωσική αστική τάξη, εξαιτίας της αδυναμίας της, θα ήταν ανίκανη να οδηγήσει την επανάσταση έως την ανατροπή του τσαρισμού, και αντίθετα θα αναδιπλωνόταν σε έναν συμβιβασμό με τη μοναρχία και την αριστοκρατία των γαιοκτημόνων.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, μετά την αποτυχία της επανάστασης του 1905, οξύνθηκε η πολεμική του Λ. και της ομάδας των μπολσεβίκων εναντίον των μενσεβίκων, οι οποίοι ταυτίστηκαν σταδιακά με την κίνηση αναθεώρησης (ρεβιζιονισμού) του επαναστατικού μαρξισμού, που είχε εγκαινιάσει στη δυτική Ευρώπη ο Μπερνστάιν. Σε αυτά ακριβώς τα χρόνια της πάλης του εναντίον του ρεβιζιονισμού ο Λ. έδωσε στην οργανωτική δράση του και κυρίως στην ιδεολογικο-φιλοσοφική παραγωγή του τον χαρακτήρα της ορθοδοξίας, δηλαδή της αυστηρής προσήλωσης στη σκέψη και στο έργο των Μαρξ και Ένγκελς. Χαρακτηριστικό, από την άποψη αυτή, είναι το φιλοσοφικό έργο του Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός (1909), που εκδόθηκε με σκοπό την καταπολέμηση μερικών ερμηνειών της φιλοσοφικής σκέψης του Μαρξ προσανατολισμένων προς αντι-υλιστικές κατευθύνσεις. Η οριστική ρήξη με τους μενσεβίκους και με τη Β’ Διεθνή, που συγκέντρωνε τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, εκδηλώθηκε με την έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, όταν τα περισσότερα από αυτά τα κόμματα ψήφισαν τις πολεμικές πιστώσεις και τάχθηκαν στο πλευρό των κυβερνήσεών τους. Το σύνθημα που προέταξε ο Λ. την περίοδο εκείνη ήταν να μετατραπεί ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος σε εμφύλιο. Εκείνη την περίοδο, και συγκεκριμένα την άνοιξη του 1916, ο Λ. έγραψε ένα από τα σημαντικότερα έργα του: Ο ιμπεριαλισμός, τελευταία φάση του καπιταλισμού.
Η έκρηξη της επανάστασης στη Ρωσία (Φεβρουάριος 1917) βρήκε τον Λ. ακόμα εξόριστο στην Ελβετία. Έπειτα από πολλές περιπέτειες επέστρεψε στην Αγία Πετρούπολη όπου διατύπωσε τις περίφημες «Θέσεις του Απριλίου», με τις οποίες χάραζε το πρόγραμμα για την ανατροπή της φιλελεύθερης δημοκρατικής κυβέρνησης που είχε αναλάβει την εξουσία τον Φεβρουάριο του 1917, καθώς και για τη μετάβαση της επανάστασης στη σοσιαλιστική φάση της. Εκείνους τους μήνες έγραψε το περίφημο έργο του Κράτος και επανάσταση, το οποίο διέκοψε για να προετοιμάσει και να κατευθύνει την εξέγερση του Οκτωβρίου, η οποία κατέληξε στον σχηματισμό της πρώτης σοβιετικής κυβέρνησης με επικεφαλής τον Λ. Από το 1918 έως το 1921, στα χρόνια του λεγόμενου πολεμικού κομουνισμού, ο Λ. ασχολήθηκε με το πολυσύνθετο έργο της αναδιοργάνωσης της χώρας, η οποία ήταν εξαντλημένη και αναστατωμένη από τον πόλεμο, και με τον αγώνα εναντίον της εξωτερικής στρατιωτικής επέμβασης, την οποία υποκινούσαν και ενίσχυαν οι συμμαχικές δυνάμεις και οι Λευκοί στρατηγοί (Ντενίκιν, Κολτσάκ, Βράγκελ κ.ά.). Η νίκη στον εμφύλιο πόλεμο και η εξουδετέρωση της ξένης επέμβασης συμπίπτουν με την έναρξη μιας νέας οικονομικής πολιτικής (ΝΕΠ) που προγραμμάτισε ο Λ., η οποία ψηφίστηκε από το 10o συνέδριο του κόμματος το 1921 και προέβλεπε σε ορισμένους τομείς την επιστροφή στην εμπορευματική οικονομία για την υποβοήθηση του σχηματισμού κεφαλαίων και την ανασυγκρότηση της χώρας με την εντατικοποίηση του ρυθμού των ανταλλαγών.
Ο Λένιν, θεμελιωτής του μπολσεβικισμού και του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους του κόσμου, υπήρξε μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της εποχής του.
Υποστηρικτές του «Ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος» περιμένουν στην ουρά για να επισκεφθούν το μαυσωλείο του Λένιν, το 2003, έξω από τα τείχη του Κρεμλίνου (φωτ. ΑΠΕ).
Dictionary of Greek. 2013.